Ζαμπέτα Γ. Δακτυλίδη-Ασημομύτη
Η Ζαμπέτα Δακτυλίδη του Γεωργίου και της Αικατερίνης, χήρα Φλώριου Ασημομύτη, γεννήθηκε το 1935 στα Χάλαρα Άνω Μεράς Μυκόνου.
Πάντως η Εταιρεία για τη Μύκονο ήτανε χρήσιμη. Η Μύκονο’ είχενε φτώχεια. Ήρθενε πρώτα το Μεταλλείο και στο συνάλε ήρθενε κι ο Τουρισμός κι ανεβλώπισενε κι η Μύκονο’. Μπορώ να σου πω πως οι χωριανοί εζούσανε πιο καλά. Μπορεί να ταλαιπωριότανε, αλλά είχανε το νοικοκυριό τωνε· το αβγό, το γάλα, το κρέας. Υπήρχε ο κήπος να φ’τέψει κάτι, που άμα πας στον κήπο, κάτι θα φέρεις. Ήτανε χρήσιμη η αγροτική ζωή. Δηλαδή, εγώ μπορώ να σου πω, ότι και σκοι [= στους] γονιοί μου, με την Κατοχή –ήμουνε πολύ μικρό, θα ’μουνε 4-5 χρονώ’, –το ’35 γεννήθηκα– δεν κατάλαβα πείνα, γιατί είχαμε… Ο πατέρας ήτανε όλη μέρα μες στα χωράφια. Να φ’τεύει και να κουβαλεί στο σπίτι. Δεν είχανε φτώχεια οι χωριανοί. Κόπο είχανε. Κουραζόντανε. Αλλά από ζωή… Όταν μαζευόντανε στο σπίτι, είχενε κάτι να φάνε.
Ο σ’χωρεμένος ο πατέρας σου ό,τι δουλειά έκανε, έλεγε: «Η καημένη η Εταιρεία!». Την είχενε πονέσει. Είχενε φάει και ψωμί, αλλά είχενε δουλέψει και τίμια και σκληρά. Εκτός εκεί, τόσοι δρόμοι που είχε κάμει… Ήπαιρνε το γκρέιντερ (grader), άμα σκόλανε, κι επά’αινε με την εντολή των αφεντικώ’… Ήθε’ να το πάρει, να πάει να φτιάξει ένα δρόμο, έκανε και μια μαχαιριά, που λέει ο λόγος, για να πάει ο άλλος στο χωράφι του, στο σπίτι του. Ήτανε ά’θρωπος απ’ τις λίγοι ο πατέρας σου, ο Παναγιώτης, Θεός σ’χωρέσ’ την ψυχή του! Όλη μέρα τονε θυμούμαι. Έβρισκε καμμιά βίδα και την εβίδωνενε, και ήλενε: «Την καημένη την Εταιρεία!». Δηλαδή τηνε πονούσε. Και μια φορά ήρθενε κι είχα ένα γουδί, από την προίκα μου, που ’κανα τη σκορδαλιά, και το ’πλυνα και τ’ άφηκα στον ήλιο να στεγνώξει, κι ευτό άνοιξενε. Ήρθενε, το βλέπει, το παίρνει, το πάει στο Μεταλλείο, του βάνει δυο στεφάνια και το σφίγγει, και το ’χω ακόμα. Ήτανε χρήσιμοι· κι η Εταιρεία κι οι εργάτες που δουλεύανε “μέσα” . Το πονούσανε το καθετί. Δε’ δουλεύανε άσκοπα. Ή να πούνε: «Να πάρουμε το μεροκάματο και να φύ’ομε…». Θέλανε να βγάλουνε δουλειά. Να είναι χρήσιμοι!
Είχενε πάει στο Μεταλλείο από 14 χρονώ’ κι ο Τάσος ο γιος μου. Κι εδούλευενε εκεί στο Συνεργείο, κι ήτανε και οδηγός. Κι επά’αινε με τ’ αυτοκίνητα μες στις γαλαρίες κοι [= τους] εργάτες. Κι ο Γιώργος επή’ε για την πρακτική του στο Ηλεκτρολογείο.
[συνέντευξη-ηχογράφηση: Δ. Λοΐζου, 17-06-2014]